- αρκτοστάφυλος
- οBärentrauben pl
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.
αρκτοστάφυλος — (arctostaphylos). Γένος αείφυλλων θάμνων ή μικρών δέντρων της οικογένειας των ερεικιδών, ιθαγενών του βορείου ημισφαιρίου και κυρίως της Κεντρικής και Βόρειας Αμερικής. Καλλιεργούνται ως καλλωπιστικά φυτά για το ωραίο φύλλωμα και τα ελκυστικά… … Dictionary of Greek
άρκτος — Ονομασία που έδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες στα νεαρά κορίτσια τα οποία έκαναν κινήσεις ανάλογες με της αρκούδας (άρκτου) στην τελετή της γιορτής των Βραυρωνίων, στην οποία τιμούσαν τη θεά Άρτεμη τη Βραυρωνία. Η τελετή γινόταν στη Βραυρώνα της Αττικής … Dictionary of Greek